Το να ασκείς το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή σίγουρα δεν είναι μια εύκολη επαγγελματική επιλογή. Όπως όλα τα επαγγέλματα έχει τις δυσκολίες, τις προκλήσεις αλλά και τις ανταμοιβές του. Για αυτές τις ανταμοιβές θα ήθελα να προσπαθήσω να μιλήσω σε αυτό το άρθρο. Χρησιμοποιώ στο λόγο μου το α πληθυντικό, χωρίς να έχω ξεκάθαρη εικόνα για το πόσους συναδέλφους μπορεί να αντιπροσωπεύουν οι απόψεις μου, πιστεύοντας ωστόσο ότι αρκετοί θεραπευτές θα ταυτίζονται με αυτές.
Τι είναι αυτό που μας ανταμείβει στη δουλειά μας; Ποια είναι η δικαίωση της επένδυσης σε χρόνο, γνώση, τεχνικές και προσπάθεια που καταβάλλουμε σε κάθε θεραπεία; Το θέμα της ανταμοιβής μας το βρίσκω περίπλοκο και μόνο να προσεγγίσω θα επιχειρήσω εδώ.
Η αμοιβή είναι μια έννοια διαφορετική από την ανταμοιβή. Η αμοιβή περιγράφει το χρηματικό αντίτιμο για την παροχή της υπηρεσίας της ψυχοθεραπείας που παρέχει ένας ειδικός. Είναι ένα νούμερο που αναφέρεται στο κόστος της θεραπευτικής συνεδρίας. Δεν είναι σίγουρα υποτιμητέο αλλά πιστεύω πως δεν μπορεί να αποτελέσει επαρκές κίνητρο για να υπηρετήσει ένας ψυχοθεραπευτής τον συγκεκριμένο κλάδο με επιτυχία. Ούτε βιώνεται συχνά και ως ανταμοιβή για το θεραπευτικό χρόνο που αφιερώνουμε στη δουλειά μας. Η ανταμοιβή είναι κάτι πιο σύνθετο.
Η αλήθεια είναι πως οι ανταμοιβές μας δεν ξέρουμε πότε θα έρθουν. Ξεκινάμε κάθε θεραπευτική σχέση επικεντρωμένοι στο να παρέχουμε τις υπηρεσίες μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο με στόχο να βοηθήσουμε τον θεραπευόμενο να «λύσει» τα θέματα που τον έχουν φέρει στο γραφείο μας. Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρουμε πότε θα δούμε να παίρνουν σάρκα και οστά οι αλλαγές προς τις οποίες στοχεύουμε. Μπορεί να εικάζουμε ότι θα πάρουν χρόνο ή ότι θα πραγματοποιηθούν σχετικά εύκολα. Αλλά στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να ξέρουμε με βεβαιότητα για τον κάθε άνθρωπο χωριστά πότε και με τι ρυθμό θα αρχίσει να βελτιώνεται. Μέσα σε όλη αυτή την ασάφεια υπάρχουν και οι δικές μας προσδοκίες. Τι θα θεωρούσαμε εμείς βελτίωση; Τι αν άλλαζε θα το θεωρούσαμε θεραπευτική επιτυχία, ανεξαρτήτως του προσδοκά και θέλει ο θεραπευόμενος μας.
Άρα
η ανταμοιβή μας είναι η βελτίωση της ψυχικής υγείας του θεραπευόμενου; Σίγουρα
αυτός είναι ο στόχος. Δεν είναι όπως πάντα και ανταμοιβή ή τουλάχιστον δεν το
βιώνουμε πάντα έτσι. Αν και δουλεύουμε κατά βάση με κλινικά συμπτώματα,
διαγνώσεις ή ψυχοπαθολογίες με συγκεκριμένο χαρακτήρα, εναλλάσσονται οι
άνθρωποι. Ακόμα και αν ένας θεραπευτής
λοιπόν έχει δει στο γραφείο του 100 ανθρώπους με Διαταραχή Πανικού, έχει δει
μόνο έναν θεραπευόμενο με αυτό ακριβώς το σύνολο χαρακτηριστικών.
Είμαστε μοναδικοί ως άνθρωποι ακόμα και αν μας ενώνουν οι διαγνωστικές ταμπέλες. Και αυτή η μοναδικότητα καθιστά και την κάθε θεραπευτική σχέση μοναδική
Η υποχώρηση των συμπτωμάτων είναι φυσικά επιθυμητή και βιώνεται και ως ανακούφιση και για το θεραπευόμενο. Αλλά το αν συμπορεύεται και με τη θεραπεία, παραμένει έναν ανοιχτό ερώτημα, με ποικίλες ίσως απαντήσεις. Διότι αν τα συμπτώματα επανέλθουν κάποια στιγμή στο μέλλον, δεν έχει επιτευχθεί θεραπευτική αλλαγή; Η μείωση της έντασης και της συχνότητας των συμπτωμάτων μπορεί να προκύπτει από την βελτίωσης της ικανότητας του θεραπευόμενου να διαχειρίζεται αποτελεσματικότερα τα προβλήματα του, και αυτό είναι φυσικά θεραπευτική αλλαγή. Είναι κομμάτι της θεραπευτικής επιτυχίας.
Βαθύτερος
στόχος ωστόσο – αν όχι σε όλους τους θεραπευόμενους – σίγουρα σε αρκετούς,
είναι να επιτευχθούν αλλαγές σε έναν βαθύτερο επίπεδο. Να εξομαλυνθούν
δυσλειτουργικά σχήματα σκέψης και συμπεριφοράς παγιωμένα στο χρόνο. Να
μετακινηθούν από άκαμπτους και δυσλειτουργικούς τρόπους θεώρησης του κόσμου και
του εαυτού τους. Να επιτραπεί η ωρίμανση και η ανάπτυξη ενήλικων και
προσαρμοστικών πλευρών του εαυτού που θα τους εξοπλίσει με τις δεξιότητες και
τα εργαλεία να αντιμετωπίζουν τις όποιες αντιξοότητες αλλά και να απολαμβάνουν τις όποιες χαρές. Οι αλλαγές αυτές μπορεί να
ξεκινήσουν με ένα «τσίμπημα στον εγκέφαλο», όπως εύστοχα χαρακτήρισε ένας
θεραπευόμενος μου. Αυτό δεν σημαίνει ότι παύει ο πόνος ή η θλίψη επ’ αόριστον.
Αλλά ότι πλέον βγάζουν νόημα και εναρμονίζονται πιο λειτουργικά με την
πραγματικότητα. Οι βαθύτερες, πιο ‘’δομικές’’ αλλαγές είναι αυτές που
χρειάζονται χρόνο, προσπάθεια, επιμονή, πισωγυρίσματα, απογοητεύσεις και ξανά
προσπάθεια. Χρειάζονται πίστη, ελπίδα, θάρρος και πολύ δουλειά. Είναι όμως
αλλαγές, που όταν επιτευχθούν, έστω και σε έναν μικρό ποσοστό, καθιστούν την
έννοια της αλλαγής εφικτή και ανοίγουν τον δρόμο για άλλες αλλαγές με το
πέρασμα του χρόνου.
Είναι – κατά την προσωπική μου άποψη – μια δίκαιη ανταμοιβή για έναν θεραπευτή αλλά και μια σημαντική κατάκτηση για έναν θεραπευόμενο
Πηγή 1ης δημοσίευσης: Πύλη Ψυχολογίας - Psychology.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου